- λιβάρι
- το рыбный садок
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
λιβάρι — το βιβάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < βιβάρι*, με ονομοιωτική τροπή τού πρώτου β σε λ ] … Dictionary of Greek